Η λέξη "gracioso" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "gracioso" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /ɡɾaˈθjoso/ (στην ισπανική προφορά της Ισπανίας) ή /ɡɾaˈsjo.so/ (στην ισπανική προφορά της Λατινικής Αμερικής).
Η λέξη "gracioso" χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που είναι αστείο ή ευχάριστο. Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, αλλά και στο γραπτό. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, ιδιαίτερα σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με το χιούμορ και την ψυχαγωγία.
El perro es muy gracioso.
(Ο σκύλος είναι πολύ αστείος.)
Hizo un comentario gracioso en la reunión.
(Έκανε ένα αστείο σχόλιο στη συνάντηση.)
Η λέξη "gracioso" είναι παρούσα σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά.
Tener un sentido del humor gracioso.
(Να έχεις μια αστεία αίσθηση του χιούμορ.)
La película fue muy graciosa.
(Η ταινία ήταν πολύ αστεία.)
Es un tipo gracioso, siempre nos hace reír.
(Είναι ένας αστείος τύπος, πάντα μας κάνει να γελάμε.)
Contar un chiste gracioso.
(Να πεις ένα αστείο ανέκδοτο.)
Tu comentario fue muy gracioso.
(Το σχόλιό σου ήταν πολύ αστείο.)
Η λέξη "gracioso" προέρχεται από το λατινικό "graciosus", που σημαίνει "ευχάριστος" ή "χαριτωμένος".
Συνώνυμα: - cómico (χιουμοριστικός) - divertido (διασκεδαστικός)
Αντώνυμα: - serio (σοβαρός) - aburrido (βαρετός)