graduar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

graduar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/ɡɾaˈðwaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Η λέξη "graduar" σημαίνει την ολοκλήρωση μιας εκπαιδευτικής διαδικασίας, κυρίως σε σχολές ή πανεπιστήμια, που οδηγεί στην αποφοίτηση ή την απονομή πτυχίου. Χρησιμοποιείται συχνά σε εκπαιδευτικά και νομικά πλαίσια. Η συχνότητα χρήσης είναι σχετικά υψηλή, κυρίως στον γραπτό λόγο, ειδικά σε επιστολές, αναφορές και ακαδημαϊκά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων: - Ella se graduó el año pasado de la universidad.
(Αυτή αποφοίτησε πέρυσι από το πανεπιστήμιο.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "graduar" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ειδικές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με την εκπαίδευση.

Ιδιωματικές εκφράσεις: - Graduarse con honores es un gran logro.
(Η αποφοίτηση με τιμητικές διακρίσεις είναι μια μεγάλη επιτυχία.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "graduar" προέρχεται από το Λατινικό "graduare", που σημαίνει να προχωρώ, να καθορίζω ή να κατατάσσω. Στην Ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται κυρίως για την εκπαίδευση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Concluir (να ολοκληρώσω) - Obtener un título (να αποκτήσω πτυχίο)

Αντώνυμα: - Abandonar (να εγκαταλείψω) - Desaprobar (να αποτύχω)



23-07-2024