granjear - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

granjear (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική Μεταγραφή

/ɡɾanˈxeɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση της λέξης

Η λέξη "granjear" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά και σημαίνει την πράξη του να αποκτάς κάτι, συνήθως με την έννοια της κερδισμένης ωφέλειας ή του να πετυχαίνεις μια σημαντική κατάσταση. Συνδέεται συχνά με την απόκτηση ή την εξασφάλιση προνομίων ή οφελών, είτε σε οικονομικό είτε σε κοινωνικό επίπεδο. Η χρήση της λέξης είναι σχετικά συχνή και εμφανίζεται περισσότερο στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es importante granjear la confianza de los clientes.
  2. Είναι σημαντικό να κερδίσεις την εμπιστοσύνη των πελατών.

  3. Los estudiantes tratan de granjear buenas notas.

  4. Οι φοιτητές προσπαθούν να αποκτήσουν καλούς βαθμούς.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "granjear" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στη γλώσσα Ισπανικά:

  1. Granjearse la vida
  2. Να κερδίσω το ψωμί μου.
  3. Εξήγηση: Σημαίνει να αποκτάς τις απαραίτητες συνθήκες για να ζήσεις.

  4. Granjearse un nombre

  5. Να αποκτήσω φήμη.
  6. Εξήγηση: Δηλώνει την προσπάθεια να κερδίσεις αναγνωρισιμότητα στον τομέα σου.

  7. Granjear favores

  8. Να κερδίσω χάρη.
  9. Εξήγηση: Αναφέρεται στην απόκτηση ευνοϊκής μεταχείρισης ή υποστήριξης από άλλους.

  10. Granjearse respeto

  11. Να κερδίσω τον σεβασμό.
  12. Εξήγηση: Δηλώνει την ανάγκη να κατακτήσεις τον σεβασμό των άλλων μέσω πράξεων ή επιτευγμάτων.

Ετυμολογία

Η λέξη "granjear" προέρχεται από τη λέξη "granja", που σημαίνει "αγροικία" ή "φυτεία" στα Ισπανικά, και χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει την απόκτηση αγαθών ή πλεονεκτημάτων.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Obtener - Adquirir - Ganar

Αντώνυμα: - Perder - Desaprovechar - Renunciar



23-07-2024