Η λέξη "grava" είναι ουσιαστικό.
/ˈɡraba/
Η λέξη "grava" αναφέρεται σε μικρές πέτρες ή χαλίκι, που χρησιμοποιούνται συνήθως σε κατασκευές, στον τομέα της γεωγραφίας και της ναυτιλίας. Είναι μια συχνά χρησιμοποιούμενη λέξη στα Ισπανικά και εμφανίζεται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται στον προφορικό λόγο ανάλογα με το περιεχόμενο.
Το χαλίκι χρησιμοποιείται στην κατασκευή δρόμων.
Necesitamos más grava para el jardín.
Η λέξη "grava" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε κάποιες εκφράσεις που αναφέρονται σε καταστάσεις που σχετίζονται με τη σταθερότητα ή την οικοδομή:
Να είσαι όπως το χαλίκι σε μια οικοδομή. (Να είσαι σταθερός ή απαραίτητος).
Echar grava sobre un camino.
Βάζω χαλίκι σε ένα δρόμο. (Εννοεί πως διορθώνεις ή βελτιώνεις κάτι).
La grava es la base de todo buen camino.
Η λέξη "grava" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "grava", που σημαίνει "βάρος" ή "πίεση". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι σκληρό και βαρύ, όπως οι πέτρες.