gresca - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

gresca (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "gresca" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /ˈɡres.ka/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "gresca" συμβαδίζει με την έννοια της αναταραχής ή του καυγά, και χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει μια κατάσταση φασαρίας ή σύγκρουσης. Στη γλώσσα των Ισπανών, η "gresca" είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε προφορικό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να εμφανίζεται σε γραπτό κείμενο. Η συχνότητα χρήσης της ποικίλλει αναλόγως του συμφραζομένου και της περιοχής.

Παραδειγματικές προτάσεις:

  1. La gresca en la fiesta fue incontrolable.
    (Η φασαρία στο πάρτι ήταν ανεξέλεγκτη.)

  2. Siempre hay una gresca cuando ellos se encuentran.
    (Πάντα υπάρχει ένας καυγάς όταν συναντώνται αυτοί.)

  3. La gresca entre los vecinos tuvo que ser solucionada por la policía.
    (Η αναταραχή μεταξύ των γειτόνων έπρεπε να λυθεί από την αστυνομία.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η "gresca" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Meterse en una gresca.
    (Να μπλέκεις σε μια φασαρία.)
  2. No quiero meterme en ninguna gresca hoy.
    (Δεν θέλω να μπλέκω σε καμία φασαρία σήμερα.)

  3. Evitar la gresca.
    (Να αποφεύγεις τις αναταραχές.)

  4. Es mejor evitar la gresca en el trabajo.
    (Είναι καλύτερα να αποφεύγεις τις φασαρίες στη δουλειά.)

  5. Armar una gresca.
    (Να προκαλείς μια φασαρία.)

  6. No quiero armar una gresca, solo quiero hablar.
    (Δε θέλω να προκαλέσω μια φασαρία, απλά θέλω να μιλήσω.)

Ετυμολογία

Η λέξη "gresca" προέρχεται από το λατινικό "griscare," που σημαίνει "να απομακρύνω" ή "να αφαιρώ," σχετίζοντας την με αναταραχή ή σύγχυση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024