Η λέξη "guapa" είναι επίθετο.
Η διεθνής φωνητική μεταγραφή της λέξης είναι /ˈɡwapa/.
Η λέξη "guapa" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει ένα άτομο, συνήθως γυναίκα, που είναι όμορφο ή ελκυστικό. Είναι μια πολύ κοινή και καθημερινή λέξη που χρησιμοποιείται στην προφορική και γραπτή επικοινωνία. Στην Ισπανία και σε πολλές ισπανόφωνες χώρες, η λέξη προτιμάται περισσότερο στον προφορικό λόγο.
Συχνότητα Χρήσης: Πολύ συχνή στα ισπανικά.
"Ella es muy guapa."
"Αυτή είναι πολύ όμορφη."
"Me gusta esa chica, es muy guapa."
"Μου αρέσει αυτή η κοπέλα, είναι πολύ ωραία."
"Las playas de Venezuela son guapas."
"Οι παραλίες της Βενεζουέλας είναι όμορφες."
Η λέξη "guapa" χρησιμοποιείται επίσης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που εκφράζουν διαφορετικά συναισθήματα ή αναφορές σε όμορφα άτομα ή πράγματα.
"Estás guapa hoy."
"Είσαι όμορφη σήμερα."
"Qué guapa te ves con ese vestido."
"Πόσο όμορφη φαίνεσαι με αυτό το φόρεμα."
"Es guapa por dentro y por fuera."
"Είναι όμορφη τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά."
"No solo es guapa, sino también inteligente."
"Δεν είναι μόνο όμορφη, αλλά και έξυπνη."
"Siempre que sonríe, se ve más guapa."
"Κάθε φορά που χαμογελάει, φαίνεται πιο όμορφη."
Η λέξη "guapa" προέρχεται από τα ρωμαϊκά και είναι στενά συνδεδεμένη με την καταγωγή της ισπανικής γλώσσας από τη λατινική.
Συνώνυμα: - hermosa (όμορφη) - bella (όμορφη, ωραία)
Αντώνυμα: - fea (άσχημη) - desagradable (άσχημος, δυσάρεστος)