Η λέξη "guardar" σημαίνει την πράξη της φύλαξης, αποθήκευσης ή προστασίας κάποιου αντικειμένου ή πληροφοριών. Χρη используется ευρέως σε διάφορους τομείς, όπως η καθημερινότητα, το δίκαιο και ο στρατός. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι υψηλή, και χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο, αλλά και στο γραπτό πλαίσιο.
Θα φυλάξω τα έγγραφα στο κουτί.
Es importante guardar tus secretos.
Είναι σημαντικό να κρατάς τα μυστικά σου.
La tienda guarda una gran variedad de productos.
Η λέξη "guardar" χρησιμοποιείται σε πολλά ιδιώματα και εκφράσεις, οι οποίες αναδεικνύουν την σημασία της στην ισπανική γλώσσα.
Αυτό αναφέρεται στην προσπάθεια του ατόμου να διατηρήσει μια καλή εντύπωση στους γύρω του.
Guardar la calma
Αναφέρεται στο να παραμένουμε ήρεμοι σε δύσκολες καταστάσεις.
Guardar un secreto
Σημαίνει να κρατάς κάτι μυστικό χωρίς να το αποκαλύψεις σε άλλους.
Guardar el puesto
Χρησιμοποιείται για να υποδείξει την προστασία μιας θέσης ή καρέκλας σε εργασιακό ή άλλο περιβάλλον.
Guardar rencor
Η λέξη "guardar" προέρχεται από το λατινικό "guardian", που σημαίνει "να φυλάσσεις". Η ρίζα της σχετίζεται με την έννοια της προστασίας και της φύλαξης.