Η λέξη "haberes" είναι ουσιαστικό στον πληθυντικό.
/h.aˈβ.e.ɾes/
Η λέξη "haberes" αναφέρεται κυρίως σε δικαιώματα ή περιουσιακά στοιχεία που κατέχει κάποιος, όπως χρήματα, ακίνητα ή άλλες αξίες. Στον νομικό τομέα, χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα στοιχεία που ανήκουν σε έναν κατηγορούμενο ή σε μια υπόθεση.
Η χρήση της λέξης είναι συχνή και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο, δηλαδή χρησιμοποιείται σε νομικές διαδικασίες, οικονομικές αναφορές και σε καθημερινές συζητήσεις σχετικά με οικονομικά ζητήματα.
Οι υποχρεώσεις της επιχείρησης ελέγχονται.
Es importante tener claros los haberes que poseemos.
Να συζητάς για τις υποχρεώσεις κάποιου.
Reclamar los haberes pendientes.
Να απαιτείς τις εκκρεμείς υποχρεώσεις.
Evaluar los haberes de una herencia.
Να αξιολογήσεις τα περιουσιακά στοιχεία μιας κληρονομιάς.
Los haberes no siempre reflejan riqueza.
Οι υποχρεώσεις δεν αντικατοπτρίζουν πάντα τον πλούτο.
Es esencial proteger los haberes familiares.
Η λέξη "haberes" προέρχεται από το ρήμα "haber" που σημαίνει "να έχεις" ή "να υπάρχουν". Στον νομικό χώρο, σχετίζεται με την έννοια των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος.
Συνώνυμα: - activos (ενεργητικά) - bienes (προϊόντα)
Αντώνυμα: - deudas (χρέη) - obligaciones (υποχρεώσεις)
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν τη λέξη "haberes" στον νομικό και στρατιωτικό τομέα, με έμφαση στην χρήση της στη γλώσσα Ισπανικά.