Η λέξη "hacerse" είναι ένα ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "hacerse" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /a.θeɾ.se/
Η μετάφραση του "hacerse" στα Ελληνικά είναι: "γίνομαι", "να γίνω" ή "να δημιουργηθώ".
Το ρήμα "hacerse" χρησιμοποιείται για να εκφράσει τη διαδικασία του να γίνεται κανείς κάτι ή να αποκτά κάποια κατάσταση. Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό και γραπτό λόγο με σχετικά ισχυρή συχνότητα. Η χρήση του μπορεί να παρατηρηθεί, για παράδειγμα, όταν κάποιος μιλάει για τις σπουδές του ή την εργασιακή του εξέλιξη.
"Quiero hacerme médico."
"Θέλω να γίνω γιατρός."
"Me hice amante de la música."
"Έγινα λάτρης της μουσικής."
Η λέξη "hacerse" είναι σημαντική σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά.
"No te hagas el tonto, sabes la respuesta."
"Μην κάνεις τον ανόητο, ξέρεις την απάντηση."
"hacerse amigo"
"να γίνεις φίλος"
"Se hizo amigo de todos en la clase."
"Έγινε φίλος με όλους στην τάξη."
"hacerse la víctima"
"να κάνεις τον θύμα"
"Siempre se hace la víctima en estas situaciones."
"Πάντα κάνει τον θύμα σε αυτές τις καταστάσεις."
"hacerse el sueño"
"να κάνεις όνειρο"
Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "facere", το οποίο σημαίνει "κάνω", με την προσθήκη της αντωνυμίας "se", που δείχνει βράχυνση στη δράση.
Συνώνυμα: - Convertirse (να μετατραπεί) - Transformarse (να μεταμορφωθεί)
Αντώνυμα: - Desaparecer (να εξαφανιστεί) - Detenerse (να σταματήσει)