hachazo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

hachazo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "hachazo" είναι ουσιαστικό (sustantivo) στη γλώσσα Ισπανικά.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "hachazo" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /aˈtʃa.so/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "hachazo" αναφέρεται σε ένα δυνατό χτύπημα με τσεκούρι ή άλλο κοφτερό εργαλείο. Χρησιμοποιείται επίσης μεταφορικά για να περιγράψει οποιαδήποτε σοβαρή ή καταχρηστική επίθεση. Στη γλώσσα Ισπανικά, η χρήση της λέξης είναι συχνή στην προφορική γλώσσα, ιδιαίτερα σε συζητήσεις που σχετίζονται με επιθέσεις, βία ή καταστροφή.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. El ladrón recibió un hachazo en la cabeza durante el enfrentamiento.
  2. Ο κλέφτης δέχτηκε ένα χτύπημα στο κεφάλι κατά τη διάρκεια της αντιπαράθεσης.

  3. El hachazo que dio al árbol fue tan fuerte que cayó de inmediato.

  4. Το χτύπημα που έδωσε στο δέντρο ήταν τόσο δυνατό που έπεσε αμέσως.

  5. La noticia del hachazo a la empresa sorprendió a todos los empleados.

  6. Η είδηση της καταστροφής της εταιρείας εξέπληξε όλους τους υπαλλήλους.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "hachazo" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις ή φράσεις:

  1. "El hachazo de la traición fue inesperado."
  2. Το χτύπημα της προδοσίας ήταν αναπάντεχο.

  3. "Recibió un hachazo en sus sueños cuando fracasó en la prueba."

  4. Δέχτηκε ένα χτύπημα στα όνειρά του όταν απέτυχε στη δοκιμή.

  5. "La economía sufrió un hachazo después de la crisis."

  6. Η οικονομία υπέστη ένα πλήγμα μετά την κρίση.

  7. "El hachazo de la crítica dolió, pero mejoró su trabajo."

  8. Το χτύπημα της κριτικής πόνεσε, αλλά βελτίωσε τη δουλειά του.

  9. "Su confianza recibió un hachazo tras el rechazo."

  10. Η αυτοπεποίθησή του δέχτηκε ένα πλήγμα μετά την απόρριψη.

  11. "El hachazo de culpa lo persiguió por mucho tiempo."

  12. Το χτύπημα της ενοχής τον καταδίωξε για πολύ καιρό.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "hachazo" προέρχεται από τη λέξη "hacha", που σημαίνει "τσέκουρι" και το κατάληκτικο "-azo", που χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει μεγάλα ή δυνατότερα τινάγματα ή χτυπήματα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Golpe (χτύπημα) - Lesión (πληγή)

Αντώνυμα: - Caricia (αγγίγμα) - Cuidado (προσοχή)



23-07-2024