Η λέξη "hacia" είναι προθετική (preposición).
Η φωνητική της μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /ˈa.si.a/
Η λέξη "hacia" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "προς" ή "κατά".
Η λέξη "hacia" χρησιμοποιείται για να δείξει κατεύθυνση ή στόχο. Συχνά χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με παρόμοια συχνότητα. Στον προφορικό λόγο, μπορεί να χρησιμοποιείται πιο ελεύθερα, ενώ στον γραπτό λόγο είναι πιο προγραμματισμένη και μπορεί να έχει πιο συγκεκριμένες εφαρμογές.
Voy hacia la playa.
Πηγαίνω προς την παραλία.
La reunión se dirige hacia la resolución del problema.
Η συνάντηση κατευθύνεται προς την επίλυση του προβλήματος.
Caminamos hacia el parque.
Περπατάμε προς το πάρκο.
Η λέξη "hacia" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:
Hacia adelante.
Προς τα εμπρός.
Χρησιμοποιείται για να υποδείξει πρόοδο ή κίνηση προς τα εμπρός.
Hacia el futuro.
Προς το μέλλον.
Χρησιμοποιείται για να ενδυναμώσει την κατεύθυνση ή τις προσδοκίες για το μέλλον.
Hacia la cima.
Προς την κορυφή.
Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την προσπάθεια για την επίτευξη υψηλών στόχων.
Η λέξη "hacia" προέρχεται από το Λατινικό "ad" που σημαίνει "προς" ή "κατά". Στη διάρκεια της ανάπτυξης των Ρομανικών γλωσσών, η λέξη έγινε "hacia" για να εκφράσει την έννοια της κατεύθυνσης.