Hambre είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/hambɾe/
Η λέξη hambre αναφέρεται στην αίσθηση της πείνας ή της έλλειψης τροφής. Χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα των Ισπανών και είναι ένα ουσιαστικό που συναντάται σε πολλές καθημερινές συνομιλίες και γραπτά κείμενα. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, και χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο.
Tengo hambre.
(Έχω πείνα.)
La gente sufre de hambre en muchas partes del mundo.
(Οι άνθρωποι υποφέρουν από πείνα σε πολλές περιοχές του κόσμου.)
Η λέξη hambre χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Ejemplo: Durante la guerra, muchas personas pasaron hambre.
(Κατά τη διάρκεια του πολέμου, πολλοί άνθρωποι υπέφεραν από πείνα.)
Hambre canina
Σημαίνει πολύ μεγάλη πείνα ή πείνα σαν ζώο.
Ejemplo: Después de correr tanto, tengo hambre canina.
(Μετά από τόσο τρέξιμο, έχω πείνα σαν ζώο.)
Matar el hambre
Να ικανοποιήσεις την πείνα.
Ejemplo: Comí un bocadillo para matar el hambre.
(Έφαγα ένα σάντουιτς για να ικανοποιήσω την πείνα.)
Ceder al hambre
Να υποκύψεις στην πείνα.
Η προέλευση της λέξης hambre προέρχεται από το λατινικό fames, που σημαίνει "πείνα".
ansia (ανυπομονησία για τροφή)
Αντώνυμα:
Αυτή η ανάλυση παρέχει μια πλήρη εικόνα της λέξης "hambre" στα Ισπανικά.