hechicero - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

hechicero (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "hechicero" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/etʃiˈθeɾo/ (ισπανικά από Ισπανία)
/etʃiˈsero/ (ισπανικά από Λατινική Αμερική)

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η λέξη "hechicero" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που ασκεί μαγεία ή έχει δυνάμεις να επηρεάζει άλλους μέσω της μαγείας. Είναι συχνά συνδεδεμένη με τη θρησκεία, τα παραμύθια και τις λαϊκές ιστορίες. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η χρήση της είναι αρκετά συχνή, κυρίως σε προφορικούς και λογοτεχνικούς λόγους.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El hechicero lanzó un hechizo sobre la aldea.
  2. Ο μάγος εκτόξευσε μια κατάρα πάνω στο χωριό.

  3. Cuentan que el hechicero podía comunicarse con los espíritus.

  4. Λέγεται ότι ο μάγος μπορούσε να επικοινωνήσει με τα πνεύματα.

  5. El pueblo tenía miedo del hechicero que vivía en la montaña.

  6. Το χωριό φοβόταν τον μάγο που ζούσε στο βουνό.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "hechicero" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε καθορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο σχετίζεται με παραδοσιακές φράσεις:

  1. "Ser un hechicero en el amor"
  2. Να είσαι μάγος στον έρωτα.
  3. (Σημαίνει να έχεις πολλές γοητευτικές ή ελκυστικές ικανότητες όσον αφορά τις σχέσεις.)

  4. "Hechicero de palabras"

  5. Μάγος των λέξεων.
  6. (Αναφέρεται σε κάποιον που είναι πολύ γοητευτικός ή πειστικός στην ομιλία του.)

  7. "Hechicero del destino"

  8. Μάγος της μοίρας.
  9. (Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που πιστεύεται ότι έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει τη μοίρα ή τις ζωές άλλων.)

Ετυμολογία

Η λέξη "hechicero" προέρχεται από το λατινικό "fascināre", που σημαίνει να προσελκύεις ή να γοητεύεις, μέσω της μαγείας ή της επίδρασης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024