Η λέξη "hendidura" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "hendidura" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /en.d̪iˈðu.ɾa/
Η λέξη "hendidura" αναφέρεται σε μια ρωγμή, σχισμή ή χάσμα σε ένα αντικείμενο ή επιφάνεια. Χρησιμοποιείται κοινά στη γλώσσα των συμμετοχών και της ημερησίας διάταξης για να περιγράψει φυσικές διαφορές ή ελαττώματα σε υλικά. Η χρήση της είναι συχνή και μπορεί να παρατηρηθεί και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.
La hendidura en la pared necesita ser reparada.
(Η ρωγμή στον τοίχο χρειάζεται επισκευή.)
Observé una hendidura en la cáscara de la fruta.
(Παρατήρησα μια ρωγμή στη φλούδα του φρούτου.)
Αν και η λέξη "hendidura" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, παρακάτω παρατίθενται 2-3 παραδείγματα που την περιλαμβάνουν:
No dejes que una hendidura en la confianza afecte tu relación.
(Μην επιτρέψεις μια ρωγμή στην εμπιστοσύνη να επηρεάσει τη σχέση σου.)
En la vida siempre habrá hendiduras que debemos aprender a superar.
(Στη ζωή πάντα θα υπάρχουν ρωγμές που πρέπει να μάθουμε να ξεπερνάμε.)
Η λέξη "hendidura" προέρχεται από το ρήμα "hendir", που σημαίνει "να σχιστεί" ή "να ραγίσει." Το "hendir" καταλήγει σε "-ura", που υποδηλώνει την κατάσταση ή τη διαδικασία του ρήματος.
Συνώνυμα: - Grieta (ρωγμή) - Sutura (κλείσιμο, ραφή)
Αντώνυμα: - Integridad (ακεραιότητα) - Continuidad (συνέχεια)