Η λέξη "heno" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "heno" είναι /ˈeno/.
Η μετάφραση της λέξης "heno" στα Ελληνικά είναι "χόρτο" ή "χορτάρι".
Η λέξη "heno" αναφέρεται γενικά σε ψιλά χόρτα ή σε βοσκήσιμα φυτά που χρησιμοποιούνται για ζωοτροφή. Χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα της γεωργίας και της βοτανικής. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, κυρίως σε γραπτά κείμενα που σχετίζονται με τη γεωργία ή τη φροντίδα ζώων. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτά πλαίσια παρά στον προφορικό λόγο.
Οι αγρότες μαζεύουν χόρτο για να ταΐσουν τα ζώα τους.
Es importante almacenar heno antes del invierno.
Αν και η λέξη "heno" δεν είναι άμεσα συνδεδεμένη με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, μπορεί να παρατηρηθούν κάποιες χρήσεις που εκφράζουν σχέσεις με την αγροτική ζωή ή τη φροντίδα ζώων.
Με χόρτο και νερό, η ζωή των ζώων είναι πιο ήρεμη.
No hay mejor alimento que el heno fresco para los caballos.
Δεν υπάρχει καλύτερη τροφή από το φρέσκο χόρτο για τα άλογα.
El heno seco puede ser un buen recurso en tiempos de escasez.
Η λέξη "heno" προέρχεται από το λατινικό "fenum", που επίσης σημαίνει χόρτο ή χορτάρι.
Συνώνυμα: - Forraje (βοσκήσιμα φυτά) - Pasto (χώρα με χόρτο)
Αντώνυμα: - Seco (ξηρός, αναφερόμενο σε έδαφος ή φυτά χωρίς νερό) - Esterilidad (ατέκνωτη γη, χωρίς φυτό)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια πλήρη εικόνα σχετικά με τη χρήση και την κατανόηση της λέξης "heno" στα ισπανικά.