Η λέξη "hereditario" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που σχετίζεται με την κληρονομιά ή που μεταβιβάζεται από τους γονείς στα παιδιά. Στις περισσότερες περιπτώσεις, χρησιμοποιείται στον ιατρικό τομέα για να αναφερθεί σε κληρονομικές ασθένειες ή χαρακτηριστικά. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
La enfermedad es hereditaria en esta familia.
Η ασθένεια είναι κληρονομική σε αυτήν την οικογένεια.
Los rasgos hereditarios se transmiten de generación en generación.
Τα κληρονομικά χαρακτηριστικά μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά.
Η λέξη "hereditario" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο υπάρχουν μερικές εκφράσεις και φράσεις που την περιλαμβάνουν:
"La fibrosis quística es una enfermedad hereditaria que afecta a los pulmones."
Η κυστική ίνωση είναι μια κληρονομική ασθένεια που επηρεάζει τους πνεύμονες.
Rasgo hereditario
Κληρονομικό χαρακτηριστικό
"El color de ojos es un rasgo hereditario que se puede observar en los niños."
Το χρώμα των ματιών είναι ένα κληρονομικό χαρακτηριστικό που μπορεί να παρατηρηθεί στα παιδιά.
Carga hereditaria
Κληρονομικό βάρος
Η λέξη "hereditario" προέρχεται από το λατινικό "hereditarius", που σημαίνει «κληρονομικός», το οποίο πηγάζει από τη ρίζα "heres" (κληρονόμος).
genético (γενετικός)
Αντώνυμα: