Η λέξη "hernia" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "hernia" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /ˈeɾ.nja/
Η μετάφραση της λέξης "hernia" στα ελληνικά είναι "κήλη".
Η "hernia" αναφέρεται σε μια κατάσταση κατά την οποία ένα όργανο ή λιπώδης ιστός προεξέχει μέσω ενός αδύναμου σημείου στους ιστούς που το περιβάλλουν. Αυτή η κατάσταση είναι συχνά συνηθισμένη και μπορεί να συμβεί σε διάφορες περιοχές του σώματος, όπως στην κοιλιά ή στους βουβώνες. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά συμφραζόμενα. Η συχνότητα χρήσης είναι μέτρια και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με έμφαση σε ιατρικά κείμενα.
"La hernia puede causar dolor y molestias en el abdomen."
(Η κήλη μπορεί να προκαλέσει πόνο και δυσφορία στην κοιλιά.)
"El médico recomendó una cirugía para reparar la hernia."
(Ο γιατρός συνιστούσε μια χειρουργική επέμβαση για να επιδιορθώσει την κήλη.)
"Es importante tratar la hernia para evitar complicaciones."
(Είναι σημαντικό να θεραπευτεί η κήλη για να αποφευχθούν επιπλοκές.)
Η λέξη "hernia" χρησιμοποιείται σπάνια σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν μερικές φράσεις που χρήζουν αναφοράς:
"Tener una hernia de hiato"
(Έχω κήλη του οισοφάγου) - Αναφέρεται σε κήλη που συμβαίνει όταν το στομάχι προεξέχει μέσω του διαφράγματος.
"Operarse de la hernia"
(Εγχειρίζομαι για την κήλη) - Αφορά την διαδικασία χειρουργικής αποκατάστασης μιας κήλης.
"Sufrir de una hernia inguinal"
(Υποφέρω από βουβωνοκήλη) - Αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη μορφή κήλης που συμβαίνει στους βουβώνες.
Η λέξη "hernia" προέρχεται από το λατινικό "hernia", το οποίο είχε παρόμοια σημασία, και μπορεί να σχετίζεται με τη ρίζα που υποδηλώνει "διαχωρισμός" ή "εξόγκωμα".
Αυτή η ανάλυση παρέχει μια αναλυτική εικόνα της λέξης "hernia" και τη χρήση της στη γλώσσα Ισπανικά, καθώς και τις ελληνικές μεταφράσεις και ορολογίες.