Το "herrero" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "herrero" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι [eˈre.ɾo].
Η λέξη "herrero" αναφέρεται σε ένα άτομο που εργάζεται με σίδηρο ή άλλα μέταλλα, συνήθως για να κατασκευάσει ή να επισκευάσει μεταλλικά αντικείμενα, όπως εργαλεία, αξεσουάρ και άλλα προϊόντα. Στη γλώσσα των Ισπανών, είναι μια κοινή λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως σε επαγγελματικά και τεχνικά πλαίσια. Η χρήση της "herrero" είναι πιο συχνή στο γραπτό κείμενο, ιδίως σε κείμενα που σχετίζονται με βιοτεχνίες και παραδοσιακά επαγγέλματα.
Ο σιδεράς έβγαζε ένα σπαθί με πολλή προσοχή.
En el pueblo, el herrero es conocido por su habilidad.
Στο χωριό, ο σιδεράς είναι γνωστός για την ικανότητά του.
El herrero necesita herramientas adecuadas para su trabajo.
Η λέξη "herrero" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στο Ισπανικά:
"A buen hambre no hay mal pan" (Del dicho al hecho hay un gran trecho). Σε αυτό το κείμενο, ο σιδεράς αναφέρεται συχνά με έναν συμβολικό τρόπο που υποδηλώνει την αξία της δουλειάς και της υπομονής.
"El herrero calienta el hierro en la fragua."
"El arte del herrero es un trabajo de generaciones."
Η λέξη "herrero" προέρχεται από το «hierro», που σημαίνει "σίδερο" στα Ισπανικά. Η κατάληξη "-ero" υποδηλώνει επάγγελμα ή σχέση με κάτι, επομένως ο "herrero" είναι αυτός που εργάζεται με το σίδερο.
Συνώνυμα: - metalúrgico (μεταλλουργός) - forjador (σφυρηλάτης)
Αντώνυμα: - no-metálico (μη μεταλλικός) - αν και δεν είναι άμεσο αντίθετο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να υποδηλώσει το διαφοροποιημένο επάγγελμα.