hierba - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

hierba (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "hierba" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "hierba" στα διεθνή φωνητικά σύμβολα (IPA) είναι: [ˈjeɾ.ba]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "hierba" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - χόρτο - βότανο

Σημασία της λέξης

Η λέξη "hierba" αναφέρεται γενικά σε φυτά ή βλάστηση που συνήθως είναι μικρού μεγέθους και τείνουν να είναι χλωρά. Στην ιατρική, μπορεί να αναφέρεται σε θεραπευτικά βότανα. Στην καθημερινή γλώσσα, χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει οποιοδήποτε είδος χόρτου ή φυτού που χρησιμοποιείται είτε για μαγειρικούς είτε για θεραπευτικούς σκοπούς. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El campo estaba cubierto de hierba verde.
    Το χωράφι ήταν καλυμμένο με πράσινο χόρτο.

  2. Ella prepara un té con hierba de limón.
    Εκείνη ετοιμάζει τσάι με βότανο λεμονιού.

  3. Las hierbas aromáticas son esenciales en la cocina.
    Τα αρωματικά βότανα είναι βασικά στην κουζίνα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "hierba" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:

  1. A falta de pan, buenas son las hierbas.
    Quando não há pão, as ervas são boas. (Με την έννοια ότι αν δεν έχεις αυτό που χρειάζεσαι, μπορείς να συμβιβαστείς με κάτι άλλο.)

  2. Hierba mala nunca muere.
    Κακό χόρτο ποτέ δεν πεθαίνει. (Μετάφραση: Οι κακές επιρροές ή οι κακές καταστάσεις διαρκούν περισσότερο από ό,τι αναμένονται.)

  3. Hierba que crece a la sombra.
    Χόρτο που φυτρώνει στη σκιά. (Σημασία: Ό,τι αναπτύσσεται ή προοδεύει σε λιγότερο ευνοϊκές συνθήκες.)

  4. Dejarse llevar por la hierba.
    Αφήνεις τον εαυτό σου να παρασυρθεί από το χόρτο. (Με την έννοια ότι ακολουθείς κάτι χωρίς σκέψη ή προγραμματισμό.)

Ετυμολογία

Η λέξη "hierba" προέρχεται από τα λατινικά herba, που σημαίνει χόρτο ή βότανο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - planta (φυτό) - vegetal (φυτικό)

Αντώνυμα: - piedra (πέτρα) - tierra (γη) σε ορισμένα συμφραζόμενα όπου θέλουμε να αναφέρουμε κάτι στερεό ή μη φυτικό.



22-07-2024