hincar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

hincar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "hincar" είναι ρήμα.

Φωνητική Μετάφραση

Φωνητική μεταγραφή (IPA): [inˈkaɾ]

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

"hincar" μπορεί να μεταφραστεί στα ελληνικά ως: - Στηρίζομαι - Στηλώ - Βυθίζω

Σημασία της Λέξης

Η λέξη "hincar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανών κυρίως για να περιγράψει την πράξη της στήριξης ή της βύθισης, συνήθως αντικειμένων στο έδαφος ή σε μια επιφάνεια. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να είναι πιο συχνή σε τεχνικά ή συγκεκριμένα συμφραζόμενα.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. El carpintero va a hincar las estacas en el suelo.
  2. Ο ξυλουργός θα στηλώσει τα παλούκια στο έδαφος.

  3. Es importante hincar bien la tienda para que no se vuele con el viento.

  4. Είναι σημαντικό να στηλώσουμε καλά τη σκηνή για να μην σηκωθεί με τον άνεμο.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "hincar" δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε φράσεις που αναφέρονται σε δράσεις ή διαδικασίες που περιλαμβάνουν στήριξη ή εγκατάσταση.

  1. Hincar la rodilla.
  2. Βυθίζω το γόνατο (συμβολίζει την υποταγή ή την προσευχή).
  3. Οταν ο στρατιώτης hinca la rodilla, δείχνει σεβασμό στον αρχηγό του.

  4. Hincar un clavo.

  5. Στηλώ μια πρόκα (κυριολεκτικά ή μεταφορικά).
  6. Siempre hay que hincar un clavo antes de hacer la reparación, για να είναι σταθερή.

Ετυμολογία

Η λέξη "hincar" προέρχεται από το λατινικό "fincare", το οποίο σημαίνει «να στηρίξω» ή «να φτιάξω». Στα Ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται με αρκετές παραλλαγές στις διαλέκτους, ειδικά στην Καραϊβική.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Establecer (καθιερώσω) - Afirmar (επιβεβαιώσω)

Αντώνυμα: - Deslizar (γλιστρώ) - Levantar (σηκώσω)

Αυτές οι πληροφορίες θα σας βοηθήσουν να κατανοήσετε καλύτερα τη λέξη "hincar" στο σύνολό της μέσα στην Ισπανική γλώσσα.



22-07-2024