Η λέξη "historial" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "historial" στα διεθνή φωνητικά σύμβολα είναι: /is.tɔ.ˈɾjal/
Η λέξη "historial" σημαίνει γενικά το "ιστορικό" κάποιου προσώπου, αντικειμένου ή κατάστασης. Συνήθως χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε καταγεγραμμένα στοιχεία ή γεγονότα που σχετίζονται με έναν συγκεκριμένο τομέα, όπως ιατρικό, νομικό, ή εκπαιδευτικό. Στη γλώσσα των υπολογιστών, χρησιμοποιείται για να αναφέρει το ιστορικό πλοήγησης ή τις δραστηριότητες ενός χρήστη.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι σχετικά υψηλή, κυρίως σε γραπτά πλαίσια, συμπεριλαμβανομένων νομικών, ιατρικών και ακαδημαϊκών κειμένων, αλλά και στον καθημερινό λόγο.
El historial médico del paciente es muy completo.
Το ιατρικό ιστορικό του ασθενούς είναι πολύ πλήρες.
Es importante revisar el historial de navegación para proteger la privacidad.
Είναι σημαντικό να ελέγξετε το ιστορικό πλοήγησης για να προστατεύσετε την ιδιωτικότητα.
Η λέξη "historial" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις στα Ισπανικά:
Tener un historial limpio.
Έχω ένα καθαρό ιστορικό. (αναφέρεται σε καλές επιδόσεις ή συμπεριφορά)
Actualizar el historial.
Ενημερώνω το ιστορικό. (αναφέρεται σε ενημέρωση πληροφοριών)
Hacer un historial de los eventos.
Δημιουργώ ένα ιστορικό των γεγονότων. (αναφέρεται στην καταγραφή γεγονότων)
Registrar el historial académico.
Καταγράφω το ακαδημαϊκό ιστορικό. (αναφέρεται στην καταγραφή βαθμών και επιδόσεων σε σχολείο ή πανεπιστήμιο)
Consultar el historial de crédito.
Συμβουλεύομαι το πιστωτικό ιστορικό. (αναφέρεται στην ανασκόπηση πληροφοριών σχετικά με την οικονομική συμπεριφορά)
Η λέξη "historial" προέρχεται από τη λατινική λέξη "historialis" που σημαίνει "ιστορικός". Συνδέεται με τη ρίζα "historia", η οποία αναφέρεται στη γνώση ή πληροφορίες σχετικά με γεγονότα και καταστάσεις.
Συνώνυμα: - registro (καταγραφή) - archivo (αρχείο)
Αντώνυμα: - olvido (ξεχασιά) - desconocido (άγνωστο)