Το "hockey" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "hockey" στη διεθνή φωνητική αλφάβητο (IPA) είναι /ˈhɒki/ (για το βρετανικό αγγλικό) ή /ˈhɑːki/ (για το αμερικανικό αγγλικό).
Η λέξη "hockey" αναφέρεται σε διάφορα αθλήματα που παίζονται με ρακέτα ή μπαστούνι, συνήθως σε έναν παγοδρομικό ή δεξαμενικό χώρο. Στα πιο κοινά είδη περιλαμβάνονται το χόκεϊ επί πάγου και το χόκεϊ επί χόρτου. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή, κυρίως σε αθλητικές συζητήσεις. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
"Χθες είδα έναν πολύ συναρπαστικό αγώνα χόκεϊ."
"Mi hermano juega al hockey todos los fines de semana."
Το "hockey" χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις και εκφράσεις που σχετίζονται με αυτό το άθλημα.
"Να είσαι στο χόκεϊ της στιγμής." (Να είσαι επίκαιρος ή στη μόδα)
"No es mi hockey."
"Δεν είναι το χόκεϊ μου." (Δεν είναι το στυλ ή η προτίμησή μου.)
"Jugar al hockey en terreno de otros."
Η λέξη "hockey" προέρχεται από το παλιό γαλλικό "hocquet", που σημαίνει "σ杧πτο". Το χόκεϊ έχει ρίζες σε διάφορα σπορ που περιλαμβάνουν τη χρήση ρακέτας και έχει εξελιχθεί σε πολλές μορφές σε διάφορες χώρες.
Με αυτόν τον τρόπο, το χόκεϊ συνδέεται με τον ενεργό αθλητισμό και την κίνηση, ενώ η παθητικότητα αντικρούει αυτές τις έννοιες.