Η λέξη "hondonada" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Φωνητική μεταγραφή: [on̪doˈnaða]
Η λέξη "hondonada" αναφέρεται σε μια γεωγραφική ή φυσική μορφή εδάφους, που περιγράφει μια χαμηλή περιοχή ή κοιλάδα, συχνά γεμάτη με νερό ή φυτά. Χρησιμοποιείται κυρίως στο γραπτό κείμενο, αλλά μπορεί να ακουστεί και στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε γεωγραφικά ή περιβαλλοντικά συμφραζόμενα.
Η κοιλάδα μετατράπηκε σε μια μικρή λίμνη μετά τη βροχή.
Caminamos por la hondonada y descubrimos muchas plantas exóticas.
Η λέξη "hondonada" δεν εμφανίζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε κοινές φράσεις που σχετίζονται με τη φύση ή την τοπογραφία.
Πέφτω στην κοιλάδα οικονομικώς απαιτητική.
"Buscar en la hondonada" (να ψάχνεις στην κοιλάδα) σημαίνει να ψάχνεις για κάτι που φαντάζει δύσκολο να βρεθεί.
Ψάχνω στην κοιλάδα για την χαμένη μπάλα.
"La hondonada del alma" (η κοιλάδα της ψυχής) μπορεί να σημαίνει μια βαθιά εσωτερική κατάσταση.
Η λέξη "hondonada" προέρχεται από το ρήμα "hondo", που σημαίνει "βαθύς", με την προσθήκη της κατάληξης "-ada", η οποία υποδηλώνει κάτι που έχει σχέση με την κατάσταση ή την ποιότητα.
Συνώνυμα: - Cuenca (κοιλάδας) - Depresión (κατάθλιψη)
Αντώνυμα: - Altura (ύψος) - Elevación (υψώνω)