Η λέξη "horca" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: [ˈoɾ.ka]
Η λέξη "horca" αναφέρεται σε μια κατασκευή που χρησιμοποιείται κυρίως για την εκτέλεση καταδίκων μέσω κρεμάλας. Χρησιμοποιείται επίσης σε δικαστικά και νομικά πλαίσια για να δηλώσει τη μέθοδο εκτέλεσης και αποτελεί μέρος της ιστορίας της δικαιοσύνης στη Λατινική Αμερική και την Ευρώπη. Η χρήση της λέξης "horca" είναι πιο συνήθης στο γραπτό πλαίσιο παρά τον προφορικό λόγο, κυρίως σε νομικά κείμενα ή αφηγήσεις ιστορίας.
La horca se utilizó en muchos países como método de ejecución.
(Η κρεμάλα χρησιμοποιήθηκε σε πολλές χώρες ως μέθοδος εκτέλεσης.)
Durante la época colonial, la horca era un castigo común para los criminales.
(Κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας, η κρεμάλα ήταν μια συνηθισμένη ποινή για τους εγκληματίες.)
Η λέξη "horca" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να βρείτε τις παρακάτω εκφράσεις που σχετίζονται με την έννοια της εκτέλεσης ή της αυστηρής τιμωρίας:
Ver la horca: Significa estar al borde de la muerte o enfrentar consecuencias severas.
(Να δει κανείς την κρεμάλα: Σημαίνει να βρίσκεται στα πρόθυρα του θανάτου ή να αντιμετωπίζει σοβαρές συνέπειες.)
La horca está lista: Se usa para expresar que una decisión drástica será tomada pronto.
(Η κρεμάλα είναι έτοιμη: Χρησιμοποιείται για να εκφράσει ότι μια δραστική απόφαση πρόκειται να ληφθεί σύντομα.)
Llevar a alguien a la horca: Significa llevar a alguien a una situación muy peligrosa o amenazante.
(Να φέρει κανέναν στην κρεμάλα: Σημαίνει να φέρει κάποιον σε μια πολύ επικίνδυνη ή απειλητική κατάσταση.)
Η λέξη "horca" προέρχεται από το λατινικό "furca", το οποίο σημαίνει "γωνία" ή "κλαδί". Η σχετική έννοια των εργαλείων τιμωρίας στην ελληνική γλώσσα και σε άλλες γλώσσες προήλθε από την κουλτούρα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Συνώνυμα:
- kρεμάλα
- θηλιά
Αντώνυμα:
- καλή ζωή (σε αντίθεση με την κρεμάλα)
- ελευθερία (σε αντίθεση με τη θανατική ποινή)