Η λέξη "hormiguero" είναι ουσιαστικό.
/f.oɾ.miˈɡe.ɾo/
Η λέξη "hormiguero" αναφέρεται συνήθως σε δύο βασικές έννοιες: 1. Φωλιά μυρμηγκιών: Είναι ο τόπος ή η δομή όπου τα μυρμήγκια ζουν και αναπαράγονται. Αυτή η έννοια είναι πιο συνηθισμένη στη γενική χρήση. 2. Μυρμηγκοφάγος: Αναφέρεται σε κάποιο ζώο που τρέφεται κυρίως με μυρμήγκια και τερμίτες, όπως ο μυρμηγκοφάγος της Αφρικής και η Λατινική Αμερική.
Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά στη γραπτή και προφορική γλώσσα, με μια μικρή έμφαση στη ζώολογία και γεωργία.
Οι φωλιές των μυρμηγκιών είναι πολύ ενδιαφέρουσες για τη μελέτη της κοινωνικής δομής των μυρμηγκιών.
El hormiguero de la selva estaba lleno de actividad.
Η λέξη "hormiguero" χρησιμοποιείται και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:
Ελληνικά: "Έχω αναστάτωση στα πόδια."
"Estar como un hormiguero"
Ελληνικά: "Είναι σαν να έχει ένα μυρμηγκοφάγο."
"Sacudir el hormiguero"
Η λέξη "hormiguero" προέρχεται από το ισπανικό "hormiga", που σημαίνει "μυρμήγκι", σε συνδυασμό με το επίθημα "-ero", το οποίο δηλώνει συνήθως τόπο ή κάτι που σχετίζεται με το προκαταρκτικό ουσιαστικό.
Termitero (φωλιά τερμιτών, σε συγκεκριμένα πλαίσια)
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες για τη λέξη "hormiguero" αναλύουν τα διάφορα πλαίσια χρήσης, την ετυμολογία και τις σχετικές εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στη γλώσσα Ισπανικά.