Η λέξη "hormiguita" είναι ουσιαστικό.
/ormiˈɣita/
Η λέξη "hormiguita" είναι το diminutive (μειωτικό) του ουσιαστικού "hormiga," που σημαίνει "μίρμιγκα" ή "αράχνη". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι μικρό, γλυκό, ή αξιολάτρευτο, συχνά αναφερόμενη στο έντομο αλλά και για να προσθέσει μια δόση τρυφερότητας ή προσφώνησης σε κάποιον. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στη γλώσσα Ισπανικά, τόσο προφορικά όσο και γραπτά.
"La hormiguita trabaja duro para llevar comida a su hormiguero."
"Η κουνούπι εργάζεται σκληρά για να φέρει φαγητό στη φωλιά της."
"Mira cómo la hormiguita lleva una miga de pan."
"Κοίτα πώς η κουνούπι κουβαλάει μια ψίχα ψωμιού."
Η λέξη "hormiguita" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην Ισπανική γλώσσα.
"Eres una hormiguita en el trabajo."
"Είσαι μια κουνούπι στη δουλειά." (Σημαίνει ότι είναι πολύ εργατική.)
"Siempre tienes una hormiguita dentro, moviéndote a hacer cosas."
"Πάντα έχεις μια κουνούπι μέσα σου, σε κινεί να κάνεις πράγματα." (Σημαίνει ότι είναι πολύ δραστήριος.)
"Esa hormiguita se preocupa por todo."
"Αυτή η κουνούπι ανησυχεί για τα πάντα." (Δηλώνει κάποιον που είναι υπερβολικά ανήσυχος ή προσεκτικός.)
"Hoy fui una hormiguita y terminé todo mi trabajo."
"Σήμερα ήμουν μια κουνούπι και ολοκλήρωσα όλη μου τη δουλειά." (Σημαίνει ότι ήταν πολύ παραγωγικός.)
Η λέξη "hormiguita" προέρχεται από το λατινικό "formica", που σημαίνει "μίρμιγκα", με την προσθήκη του μειωτικού επιθέτου "-ita" που δηλώνει μικρό μέγεθος ή γλυκύτητα.