Ουσιαστικό
/waˈɾatʃe/
Η λέξη "huarache" αναφέρεται σε μια παραδοσιακή μεξικανική σαγιονάρα, που συνήθως κατασκευάζεται από δέρμα και έχει επίπεδη σόλα. Στην ευρύτερη πολιτισμική χρήση, ο όρος αναφέρεται επίσης σε ένα δημοφιλές πιάτο με βιντάλες, όπου οι καλαμπόκι-τορτίγιες σερβίρονται με διάφορα υλικά, όπως κρέας, λαχανικά και σάλτσες. Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο καθώς και σε γραπτό πλαίσιο, κυρίως στο Μεξικό, όπου επηρεάζει τη λαϊκή και τη γαστρονομική κουλτούρα.
Los huaraches son muy cómodos para caminar.
(Οι χουαράτσε είναι πολύ άνετοι για το περπάτημα.)
En la fiesta comí huaraches con carne y salsa.
(Στο φεστιβάλ έφαγα χουαράτσε με κρέας και σάλτσα.)
Η λέξη "huarache" είναι λιγότερο κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες φράσεις που είναι συνδεδεμένες με αυτήν:
"Echarle ganas al huarache"
(Να βάλεις όλη σου την προσπάθεια.)
Αυτή η φράση αναφέρεται στην επιμονή και την προσπάθεια, υπονοώντας ότι πρέπει να κάνουμε το καλύτερο δυνατό για να ολοκληρώσουμε κάτι.
"Huarache de amor"
(Χουαράτσε της αγάπης.)
Χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε μια σχέση ή μια ρομαντική σύνδεση που είναι γεμάτη πάθος και αφοσίωση.
"Bailar como un huarache"
(Να χορεύεις σαν ένα huarache.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που χορεύει άγαρμπα ή χωρίς ρυθμό.
Η λέξη "huarache" προέρχεται από τη γλώσσα Nahuatl, όπου "kuarax" σημαίνει "παπούτσι". Η χρήση της έχει ρίζες στις αυτόχθονες παραδόσεις του Μεξικού, που έχουν διαμορφώσει τη σύγχρονη κατανόηση και χρήση της λέξης στη γαστρονομία και την μόδα.
Η λέξη "huarache" έχει έτσι μια πλούσια ιστορία και περιεχόμενο, που συνδυάζει την πολιτισμική κληρονομιά με την σύγχρονη ζωή στο Μεξικό.