Ουσιαστικό
/iˈðea/
Η λέξη "ιδέα" στα Ισπανικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα σκεπτικό, μια έννοια ή ένα σχέδιο. Χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Είναι μία από τις πιο συχνές λέξεις στα ισπανικά και χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορα περιβάλλοντα.
Η λέξη "ιδέα" δεν χρησιμοποιείται ως ρήμα στα ισπανικά.
Η λέξη "ιδέα" προέρχεται από το λατινικό "idea", που σημαίνει "εικόνα, σχέδιο, έννοια".
Συνώνυμα: σκέψη, έννοια, σχέδιο
Αντώνυμα: ανυπαρξία, άγνοια
Η λέξη "ιδέα" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα: 1. No tener ni idea: Δεν έχω ιδέα. (Δεν έχω ιδέα.) 2. Salir de la idea: Απογοητεύομαι. (Να βγαίνω από την ιδέα, δηλαδή απογοητεύομαι.) 3. Estar al margen de la idea: Να μην έχω ιδέα. (Να είμαι στην άκρη της ιδέας, δηλαδή να μην έχω ιδέα.) 4. Hacerse a la idea: Συνηθίζω ή προσαρμόζομαι σε μια ιδέα. (Να κάνω την ιδέα μου, δηλαδή να συνηθίσω.) 5. Estar hecho una idea: Έχω μια συγκεκριμένη ιδέα. (Να είμαι γεμάτος μια ιδέα, δηλαδή να έχω μια συγκεκριμένη ιδέα.)