Η λέξη "idealista" είναι ουσιαστικό και επίθετο.
Η φωνητική της μεταγραφή στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /ide.aˈlista/
Η λέξη "idealista" αναφέρεται σε άτομο που έχει ιδανικές αντιλήψεις ή φιλοδοξίες, συχνά ιδεαλιστής που δεν θέλει να αποδεχτεί την πραγματικότητα όπως αυτή είναι. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται συνήθως στον τομέα της φιλοσοφίας αλλά και σε καθημερινά πλαίσια, περιγράφοντας προσωπικούς ή κοινωνικούς στόχους.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι σχετικά υψηλή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ανάλογα με τα θέματα που συζητούνται.
Ο ιδεαλιστής ονειρεύεται έναν καλύτερο κόσμο.
Ser idealista no es fácil en tiempos difíciles.
Η λέξη "idealista" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στο ισπανικό, οι οποίες αναφέρονται σε φιλοδοξίες και οράματα.
Να έχεις μια ιδεαλιστική οπτική.
La mente de un idealista.
Το μυαλό ενός ιδεαλιστή.
Un idealista sin límites.
Ένας ιδεαλιστής χωρίς όρια.
Idealista hasta la médula.
Ιδεαλιστής μέχρι το μεδούλι.
No soy un idealista, solo un soñador.
Δεν είμαι ιδεαλιστής, μόνο ένας ονειρευτής.
El discurso idealista inspiró a muchos jóvenes.
Η λέξη "idealista" προέρχεται από το γαλλικό "idéalisme" που σημαίνει "ιδεαλισμός" και αυτό με τη σειρά του έχει τις ρίζες του στην ελληνική λέξη "ἰδέα" (ιδέα).
Συνώνυμα: - Soñador (ονειροπόλος) - Ilusionista (αισιόδοξος)
Αντώνυμα: - Realista (ρεαλιστής) - Pragmático (πραγματιστής)