Το "idear" είναι ρήμα.
Η διεθνής φωνητική μεταγραφή του "idear" είναι /iˈðeaɾ/.
Το "idear" σημαίνει την πράξη της δημιουργίας μιας ιδέας ή μιας σύλληψης. Χρησιμοποιείται συχνά στο πλαίσιο της δημιουργικής σκέψης και μπορεί να αναφέρεται στην επινόηση ή στον σχεδιασμό νέων εννοιών. Στη γλώσσα των Ισπανών, η χρήση του είναι πιο διαδεδομένη σε γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε προφορικό πλαίσιο. Η συχνότητα χρήσης του είναι μέτρια, καθώς δεν είναι μια από τις πιο κοινές λέξεις, αλλά εντούτοις έχει σημαντική λειτουργία σε ιδεολογικά ή δημιουργικά συμφραζόμενα.
Είναι σημαντικό να επινοήσεις ένα σχέδιο πριν παρουσιάσεις το έργο.
Siempre trato de idear soluciones creativas para los problemas.
Η λέξη "idear" μπορεί να εμφανίζεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις και εκφράσεις που αφορούν τη δημιουργία ή τη σκέψη:
Μέσα στην πορεία επινοώ. (Σημαίνει να σκέφτεσαι ή να επινοείς ιδέες ενώ εκτελείς μια εργασία.)
Idear un futuro brillante.
Επινοώντας ένα λαμπρό μέλλον. (Σημαίνει να προγραμματίζεις ή να προγραμματίσεις ιδέες για ευοίωνες προοπτικές.)
No es suficiente con idear, hay que actuar.
Δεν είναι αρκετό να επινοείς, πρέπει να δράσεις. (Είναι μια υπενθύμιση ότι η εκτέλεση είναι κρίσιμη.)
Se necesita idear un enfoque innovador.
Η λέξη "idear" προέρχεται από την ισπανική λέξη "idea", η οποία έχει τις ρίζες της στη λατινική λέξη "idea", που περνάει από την αρχαία ελληνική "ἰδέα" (idéa), που σημαίνει "εικόνα" ή "ιδέα".
Concebir (συλλαμβάνω)
Αντώνυμα: