idoneidad - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

idoneidad (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "idoneidad" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική Μεταγραφή

/ido.neiˈðað/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η "idoneidad" αναφέρεται στην καταλληλότητα ή την ικανότητα κάποιου ατόμου ή πράγματος για συγκεκριμένο έργο ή συνθήκες. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται συνήθως σε νομικά και επαγγελματικά κείμενα για να καθορίσει αν κάποιος πληροί τις απαιτούμενες προδιαγραφές ή κριτήρια. Στη χρήση της, η λέξη είναι πιο συχνή σε γραπτά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. La idoneidad del candidato fue evaluada por el comité.
  2. Η καταλληλότητα του υποψηφίου αξιολογήθηκε από την επιτροπή.

  3. Es importante comprobar la idoneidad de los materiales antes de usarlos.

  4. Είναι σημαντικό να ελέγξετε την καταλληλότητα των υλικών πριν τα χρησιμοποιήσετε.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "idoneidad" δεν είναι τόσο συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά εμφανίζεται σε κάποιες φράσεις που σχετίζονται με την εκπαίδευση και την αξιολόγηση.

  1. La idoneidad para el puesto es fundamental.
  2. Η καταλληλότητα για τη θέση είναι θεμελιώδης.

  3. Se requiere una evaluación de idoneidad en cada contratación.

  4. Είναι απαραίτητη μια αξιολόγηση καταλληλότητας σε κάθε πρόσληψη.

  5. La idoneidad del programa se demuestra con resultados.

  6. Η καταλληλότητα του προγράμματος αποδεικνύεται με αποτελέσματα.

Ετυμολογία της Λέξης

Η λέξη "idoneidad" προέρχεται από το λατινικό "idoneitas", το οποίο σημαίνει "καταλληλότητα" ή "κατάλληλη κατάσταση". Το λατινικό "idoneus" σημαίνει "ικανός" ή "κατάλληλος".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Aptitud (ικανότητα) - Capacidad (ικανότητα) - Idoneidad (καταλληλότητα)

Αντώνυμα: - Inidoneidad (ακαταλληλότητα) - Inaptitud (ακαταλληλία) - Incapacidad (ανικανότητα)



23-07-2024