ignorancia esencial - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ignorancia esencial (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου:

Συνδυασμός των λέξεων "ignorancia" (αμάθεια) και "esencial" (ουσιώδης).

Φωνητική μεταγραφή:

iɣnoˈɾanθja esoˈθjal

Χρήση:

Η φράση "ignorancia esencial" χρησιμοποιείται στον κλάδο του νόμου για να υποδηλώσει την αναγνώριση της αμάθειας ως βασικό στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εξέταση μιας υπόθεσης.

Παραδειγματικές προτάσεις:

  1. A pesar de su experiencia, demostró una ignorancia esencial en el caso.
  2. La ley reconoce la existencia de la ignorancia esencial en determinadas circunstancias.

Ετυμολογία:

Η λέξη "ignorancia" προέρχεται από το λατινικό "ignorantia", ενώ η λέξη "esencial" προέρχεται από το λατινικό "essentialis".

Συνώνυμα:

Αντώνυμα: