Η λέξη "ignorar" στα Ισπανικά σημαίνει να μην προσέχεις ή να παραβλέπεις κάτι ή κάποιον. Χρησιμοποιείται ευρέως σε διάφορα συμφραζόμενα, είτε στο γραπτό είτε στον προφορικό λόγο, αν και η χρήση της σε καθημερινές συνομιλίες είναι πιο συχνή.
Él decidió ignorar los comentarios negativos.
(Αποφάσισε να αγνοήσει τα αρνητικά σχόλια.)
No podemos ignorar el problema que tenemos.
(Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το πρόβλημα που έχουμε.)
Si ignoras a tus amigos, al final se sentirán tristes.
(Αν αγνοήσεις τους φίλους σου, στο τέλος θα νιώσουν λυπημένοι.)
Η λέξη "ignorar" ενσωματώνεται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.
No quiero ignorar por completo tus sentimientos.
(Δεν θέλω να αγνοήσω εντελώς τα συναισθήματά σου.)
Ignorar las señales
(Αγνοώ τα σήματα)
Muchas personas ignoran las señales de advertencia.
(Πολλοί άνθρωποι αγνοούν τα προειδοποιητικά σήματα.)
Ignorar a propósito
(Αγνοώ σκόπιμα)
Ella decidió ignorarle a propósito para que se diera cuenta.
(Αυτή αποφάσισε να τον αγνοήσει σκόπιμα για να το καταλάβει.)
Ignorar la razón
(Αγνοώ την αιτία)
Η λέξη "ignorar" προέρχεται από το λατινικό "ignorare", που σημαίνει "να μην γνωρίζω".