Το ρήμα "impúber" είναι ουσιαστικό στον αρσενικό γένο.
Φωνητική μεταγραφή:
imˈpuβer
Μεταφραστικές επιλογές:
Ελληνικά: ανήλικος
Σημασία / Χρήση:
Η λέξη "impúber" στην ισπανική γλώσσα χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που δεν έχει φτάσει στην εφηβεία, δηλαδή ένα ανήλικο άτομο. Χρησιμοποιείται και στον προφορικό και στο γραπτό λόγο.
Παραδειγματικές Προτάσεις:
El hijo de mi amigo todavía es un impúber.
Ο γιος του φίλου μου είναι ακόμα ανήλικος.
Durante la consulta médica, el doctor determinó que el paciente aún era impúber.
Κατά τη διάρκεια της ιατρικής εξέτασης, ο γιατρός καθόρισε ότι ο ασθενής ήταν ακόμα ανήλικος.
Ιδιωματικές Εκφράσεις:
Estar en la edad impúber: Να είσαι σε ηλικία ανηλικίας.
Actuar como un impúber: Να συμπεριφέρεσαι όπως ανήλικος.
Ετυμολογία:
Η λέξη "impúber" προέρχεται από το λατινικό "impubēs" που σημαίνει "νέος, ανήλικος".