impacto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

impacto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "impacto" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική Μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή στα διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /imˈpak.to/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η λέξη "impacto" αναφέρεται σε οποιονδήποτε τύπο επίδρασης ή χτυπήματος που μπορεί να συμβεί σε ένα αντικείμενο ή σε ένα άτομο. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, όπως η ιατρική (όταν αναφέρεται σε επιδράσεις σε υγεία), η φυσική (σχετικά με κρούσεις ή δυνάμεις) και γενικώς στο καθημερινό λεξιλόγιο για να περιγράψει σημαντικές αλλαγές ή συνέπειες. Αν και μπορεί να χρησιμοποιείται και προφορικά, είναι πιο συχνά εμφανές στο γραπτό λόγο, ιδίως σε επιστημονικά και δημοσιογραφικά κείμενα.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. El impacto del cambio climático es evidente.
    Ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής είναι εμφανής.

  2. El médico estudió el impacto del medicamento en sus pacientes.
    Ο γιατρός μελέτησε την επίδραση του φαρμάκου στους ασθενείς του.

  3. El impacto de la pandemia en la economía fue devastador.
    Ο αντίκτυπος της πανδημίας στην οικονομία ήταν καταστροφικός.

Ιδιωματικές Εκφράσεις με τη Λέξη

Η λέξη "impacto" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Causar un impacto.
    Να προκαλέσει ένα αντίκτυπο.
    Esta noticia causó un impacto en la comunidad.
    Αυτή η είδηση προκάλεσε έναν αντίκτυπο στην κοινότητα.

  2. Tener impacto.
    Να έχει επίδραση.
    La reforma educativa tendrá un gran impacto en los estudiantes.
    Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θα έχει μεγάλη επίδραση στους μαθητές.

  3. Impacto visual.
    Οπτικός αντίκτυπος.
    El diseño del nuevo edificio tiene un gran impacto visual.
    Ο σχεδιασμός του νέου κτηρίου έχει ένα μεγάλο οπτικό αντίκτυπο.

Ετυμολογία της Λέξης

Η λέξη "impacto" προέρχεται από το λατινικό "impactus", που σημαίνει "χτύπημα" ή "κρουστική δύναμη".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - efecto (επίδραση) - consecuencia (συνέπεια) - repercusión (ανατροπή)

Αντώνυμα: - tranquilidad (ησυχία) - calma (ηρεμία) - paz (ειρήνη)



22-07-2024