Το "imperfecto" είναι επίθετο και ονομάζεται επίσης "ατελής" στον συμφραζόμενο γραμματικό και χρονικό πλαίσιο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "imperfecto" είναι: [im.perˈfek.to]
Η λέξη "imperfecto" χρησιμοποιείται κυρίως στη γραμματική για να περιγράψει μια μορφή ρήματος που δηλώνει μια πράξη που συνέβαινε στο παρελθόν χωρίς να είναι σαφές πότε ακριβώς ή αν αυτή ολοκληρώθηκε. Αυτή η μορφή είναι συχνά παρούσα στη γλώσσα των Ρομανικών γλωσσών, συμπεριλαμβανομένων των Ισπανικών, και χρησιμοποιείται σε ποικιλία συμφραζομένων.
Συχνότητα χρήσης: Η λέξη "imperfecto" χρησιμοποιείται πιο συχνά στο γραπτό λόγο, αλλά εμφανίζεται επίσης στον προφορικό λόγο, κυρίως σε διδασκαλία γραμμάτων ή όταν αναφερόμαστε στον τρόπο που περιγράφουμε κάποιες καταστάσεις στο παρελθόν.
Όταν ήμουν παιδί, έπαιζα ποδόσφαιρο κάθε μέρα. Ήταν μια ατελής κατάσταση στη ζωή μου.
El imperfecto se utiliza para describir acciones habituales del pasado.
Η λέξη "imperfecto" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την παρελθοντική αναφορά και τις προθέσεις.
Ζούσα σε έναν ατελή κόσμο, γεμάτο όνειρα και ελπίδες.
El amor a veces es imperfecto, pero eso lo hace especial.
Η αγάπη μερικές φορές είναι ατελής, αλλά αυτό την κάνει ξεχωριστή.
La vida es imperfecta, y eso le añade sabor.
Η ζωή είναι ατελής, και αυτό της προσθέτει γεύση.
Aprender a aceptar lo imperfecto es parte del crecimiento personal.
Το να μαθαίνεις να αποδέχεσαι το ατελές είναι μέρος της προσωπικής ανάπτυξης.
En la búsqueda de la perfección, a menudo olvidamos apreciar lo imperfecto.
Η λέξη "imperfecto" προέρχεται από το λατινικό "imperfectus", το οποίο αποτελείται από το πρόθεμα "in-" που σημαίνει "όχι" ή "χωρίς" και το "perfectus" που σημαίνει "τέλειος" ή "ολοκληρωμένος".
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια εκτενή εικόνα της λέξης "imperfecto" στο ισπανικό λεξιλόγιο.