Ο όρος "importante" στα Ισπανικά σημαίνει σημαντικός ή σημαντική. Χρησιμοποιείται συχνά τόσο στη γραπτή όσο και στην προφορική γλώσσα. Είναι ένας βασικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει σημαντική σημασία ή αξία.
Δυστυχώς, στα Ισπανικά η λέξη "importante" είναι επίθετο, οπότε δεν υπάρχουν κλίσεις για τις διάφορες χρονικές μορφές.
Παραδείγματα: 1. Es importante estudiar todos los días. (Είναι σημαντικό να μελετάς καθημερινά.) 2. La familia es lo más importante en la vida. (Η οικογένεια είναι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή.)
Η λέξη "importante" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
No le des importancia a los rumores. (Μη δίνεις σημασία στις φήμες.)
Ser de suma importancia: Να είναι πολύ σημαντικό.
Es de suma importancia resolver este problema. (Είναι πολύ σημαντικό να λυθεί αυτό το πρόβλημα.)
Pasar por alto algo importante: Παραβλέπω κάτι σημαντικό.
No puedes pasar por alto un detalle tan importante. (Δεν μπορείς να παραβλέψεις ένα τόσο σημαντικό λεπτομέρεια.)
Poner de manifiesto la importancia de algo: Υπογραμμίζω τη σημασία κάτι.
Este informe pone de manifiesto la importancia de la educación. (Αυτή η έκθεση υπογραμμίζει τη σημασία της εκπαίδευσης.)
Incluir algo por ser importante: Συμπεριλαμβάνω κάτι επειδή είναι σημαντικό.
Η λέξη "importante" προέρχεται από το Λατινικό "importans, important-", το οποίο σημαίνει "σημαντικός".