Το "importar" είναι ρήμα.
Η φωνητική του μεταγραφή είναι: /imporˈtaɾ/
Το "importar" στα Ισπανικά έχει αρκετές σημασίες, ανάλογα με το πλαίσιο: 1. Σημαίνει την πράξη της εισαγωγής κάτι, όπως αγαθά ή προϊόντα, από μια χώρα σε άλλη. 2. Χρησιμοποιείται για να εκφράσει την έννοια του ενδιαφέροντος ή της σημασίας κάποιου πράγματος.
Η χρήση του "importar" είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρηθεί λιγότερο σε πολύ επίσημες γραφές.
"Es importante importar productos de calidad."
"Είναι σημαντικό να εισάγουμε ποιοτικά προϊόντα."
"No me importa lo que piensen los demás."
"Δεν με ενδιαφέρει τι σκέφτονται οι άλλοι."
"Las empresas deben importar más para satisfacer la demanda."
"Οι εταιρείες πρέπει να εισάγουν περισσότερα για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση."
Το "importar" είναι μέρος αρκετών ιδιωματικών εκφράσεων στην ισπανική γλώσσα.
"No me importa un comino."
"Δεν με νοιάζει καθόλου."
"Lo que importa es la intención."
"Αυτό που μετράει είναι η πρόθεση."
"Me importa un bledo."
"Δε με απασχολεί καθόλου."
"Dejar de importar."
"Σταματώ να με ενδιαφέρει."
"No le importa un pimiento."
"Δεν τον νοιάζει καθόλου."
Η χρήση αυτών των εκφράσεων μπορεί να ανιχνεύσει την υποκειμενικότητα του ενδιαφέροντος ή της σημασίας.
Η λέξη "importar" προέρχεται από το λατινικό "importare", το οποίο σημαίνει "να φέρνω μέσα". Η ρίζα του "import" (fero) σχετίζεται με την έννοια της μεταφοράς αγαθών.
Συνώνυμα: - introducir (εισαγωγή) - significar (σημαίνω)
Αντώνυμα: - exportar (εξάγω) - ignorar (αγνοώ)