Το "importe" είναι ένα ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "importe" είναι [imˈpoɾte].
Η λέξη "importe" μεταφράζεται στα ελληνικά ως: - εισαγωγή - ποσό - αξία
Στα ισπανικά, το "importe" αναφέρεται κυρίως σε ένα ποσό ή αξία, συχνά χρησιμοποιούμενη σε οικονομικά ή νομικά συμφραζόμενα. Σημαίνει την ποσότητα χρημάτων που χρειάζεται για την ολοκλήρωση μιας συναλλαγής ή συμβολαίου. Χρησιμοποιείται σε γραπτά κείμενα, όπως συμβάσεις και επίσημη οικονομική γλώσσα, αλλά και σε προφορικό λόγο όταν μιλάμε για οικονομικά θέματα. Η συχνότητα χρήσης της μπορεί να θεωρηθεί μέτρια στα νομικά και οικονομικά συμφραζόμενα.
El importe total de la factura es de mil euros.
(Το συνολικό ποσό του τιμολογίου είναι χίλια ευρώ.)
No tengo claro cuál es el importe de la multa que debo pagar.
(Δεν είναι σαφές ποιο είναι το ποσό του προστίμου που πρέπει να πληρώσω.)
Η λέξη "importe" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις κυρίως στον οικονομικό τομέα. Ακολουθούν μερικές:
Es importante respetar el importe mínimo de la contribución.
(Είναι σημαντικό να σεβόμαστε το ελάχιστο ποσό της συνεισφοράς.)
Importe a pagar
(Ποσό προς πληρωμή)
El importe a pagar se detalla en el contrato.
(Το ποσό προς πληρωμή αναλύεται στο συμβόλαιο.)
Importe total
(Συνολικό ποσό)
El importe total de la compra incluye impuestos.
(Το συνολικό ποσό της αγοράς περιλαμβάνει φόρους.)
Aumento del importe
(Αύξηση του ποσού)
El aumento del importe de las tarifas ha sido inesperado.
(Η αύξηση του ποσού των τελών ήταν απρογραμμάτιστη.)
Sin importe
(Χωρίς ποσό)
Η λέξη "importe" προέρχεται από το λατινικό "importare", το οποίο σημαίνει "φέρω μέσα" ή "εισάγω". Στο σύγχρονο ισπανικό, αναφέρεται κυρίως σε έννοιες που σχετίζονται με ποσά και οικονομικούς όρους.
Συνώνυμα: - cantidad (ποσότητα) - suma (συνολικό ποσό)
Αντώνυμα: - nulidad (μηδενικό ποσό) - desprecio (αξία που δεν έχει)
Αυτά τα στοιχεία παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "importe" στην ισπανική γλώσσα επάνω στους τομείς γενικών, οικονομικών και νομικών εκφράσεων.