Η λέξη "impremeditación" στα Ισπανικά είναι ουσιαστικό το οποίο σημαίνει "απροσεξία" ή "απροσεχτικότητα".
impremeditación: /impɾemeditaˈθjon/
Η λέξη "impremeditación" χρησιμοποιείται στα Ισπανικά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
No cometas el mismo error por impremeditación. Μην κάνεις το ίδιο λάθος λόγω έλλειψης προσοχής.
Su impremeditación le llevó a situaciones complicadas. Η απροσεξία του τον οδήγησε σε δύσκολες καταστάσεις.
Στα Ισπανικά, η λέξη "impremeditación" δε συμπεριλαμβάνεται σε ιδιωματικές εκφράσεις.
Η λέξη "impremeditación" προέρχεται από τον συνδυασμό των λέξεων "im" (μη) + "premeditación" (προσαρμογή).