impuesto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

impuesto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

"Impuesto" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

/phimˈpwesto/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "impuesto" αναφέρεται σε έναν υποχρεωτικό οικονομικό καταναγκασμό που επιβάλλεται από την κυβέρνηση για τη συγκέντρωση χρημάτων από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Η χρήση της λέξης συναντάται συχνά σε νομικά και οικονομικά κείμενα, καθώς και σε προφορικούς διαλόγους.

Δραστηριότητες που σχετίζονται με τη δημοσιονομική πολιτική, όπως φορολογικές δηλώσεις και συνεδριάσεις, αναλύουν συχνά τους διάφορους τύπους φόρων (έμμεσους και άμεσους). Η λέξη χρησιμοποιείται σε γραπτό και προφορικό λόγο, αλλά είναι πιο συχνή σε επίσημα ή τυπικά κείμενα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El impuesto sobre la renta se paga anualmente.
  2. Ο φόρος εισοδήματος πληρώνεται ετησίως.

  3. El gobierno ha aumentado el impuesto al valor añadido.

  4. Η κυβέρνηση αύξησε τον φόρο προστιθέμενης αξίας.

  5. Necesitamos revisar el impuesto a las propiedades antes de tomar una decisión.

  6. Πρέπει να εξετάσουμε τον φόρο ακίνητης περιουσίας πριν πάρουμε μια απόφαση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "impuesto" δεν συνδέεται άμεσα με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά η χρήση της ενσωματώνεται σε κάποιες φράσεις που σχετίζονται με την οικονομία και τη φορολογία:

  1. Pagar impuestos es una responsabilidad ciudadana.
  2. Η πληρωμή φόρων είναι πολιτική ευθύνη.

  3. Evitar impuestos puede llevar a serias consecuencias legales.

  4. Η αποφυγή φόρων μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές νομικές συνέπειες.

  5. La evasión de impuestos es un delito grave.

  6. Η φοροδιαφυγή είναι σοβαρό έγκλημα.

  7. Los políticos deben justificar el uso de los impuestos recaudados.

  8. Οι πολιτικοί πρέπει να δικαιολογούν τη χρήση των συγκεντρωμένων φόρων.

  9. Un impuesto bien estructurado puede fomentar el desarrollo económico.

  10. Ένας καλά δομημένος φόρος μπορεί να ενισχύσει την οικονομική ανάπτυξη.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "impuesto" προέρχεται από το ρήμα "imponer", το οποίο σημαίνει "επιβάλλω". Το "imponer" έχει τις ρίζες του στα λατινικά "imponere", που σημαίνει "τοποθετώ πάνω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - tributo (φόρος) - contribución (συνεισφορά)

Αντώνυμα: - exención (έκπτωση) - liberación (απελευθέρωση)



22-07-2024