Η λέξη "impulso" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "impulso" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /imˈpul.so/.
Η λέξη "impulso" αναφέρεται σε μια σύντομη και δυναμική ψυχολογική ή φυσική ώθηση που προκαλεί δράση ή κίνηση. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να συναντάται πιο συχνά στον γραπτό λόγο σε νομικά και επιστημονικά συμφραζόμενα.
Παραδειγματικές προτάσεις: 1. El impulso de la brisa marina refresca el ambiente. - Ο παλμός της θαλάσσιας αύρας ανανεώνει την ατμόσφαιρα.
Η λέξη "impulso" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Η επένδυση έδωσε μια ώθηση στην τοπική οικονομία.
Actuar por impulso
Ουσιαστικά σημαίνει να δράσεις χωρίς προγραμματισμό ή σκέψη.
Ejemplo: A veces, actuar por impulso puede ser arriesgado.
Μερικές φορές, η δράση με παρόρμηση μπορεί να είναι επικίνδυνη.
Sin impulso
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι χωρίς ενέργεια ή κίνηση, όπως σε μια εξαιρετικά αργή διαδικασία.
Ejemplo: El proyecto avanzó sin impulso durante meses.
Η λέξη "impulso" προέρχεται από το λατινικό "impulsus", που σημαίνει "ώθηση" ή "σπρώξιμο", το οποίο είναι το υποκειμενικό όνομα του ρήματος "impellere" (να σπρώχνω).
Συνώνυμα: - Estímulo - Motivación - Fomento
Αντώνυμα: - Inercia - Estancamiento - Desánimo
Η λέξη "impulso" είναι ένας πολύπλευρος όρος που χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, αναφέροντας την έννοια της κίνησης, της ψυχολογικής ώθησης ή της ενέργειας, γεγονός που την καθιστά ιδιαίτερα σημαντική στη συνομιλία και τη γραπτή επικοινωνία.