impureza - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

impureza (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "impureza" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

/i̇mˈpuɾeθa/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "impureza" αναφέρεται σε κάτι που δεν είναι καθαρό ή που περιέχει ακαθαρσίες. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς όπως στη χημεία για να περιγράψει τις ακαθαρσίες σε μια ουσία ή στην ιατρική για να αναφερθεί σε μολύνσεις ή μολυσματικούς παράγοντες. Η συχνότητα χρήσης της λέξης "impureza" είναι σχετικά κοινή, κυρίως σε γραπτά κείμενα, επιστημονικές αναφορές και συζητήσεις που αφορούν την καθαρότητα ουσιών, αίματος ή άλλων εξετάσεων.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La impureza en el agua puede causar enfermedades.
  2. Η ακαθαρσία στο νερό μπορεί να προκαλέσει ασθένειες.

  3. Los científicos están estudiando la impureza en los medicamentos.

  4. Οι επιστήμονες μελετούν την ακαθαρσία στα φάρμακα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "impureza" χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να σχετίζεται με εκφράσεις που αφορούν την καθαρότητα ή τη ρίζα προβλημάτων:

  1. Curarse de la impureza de la mente.
  2. Να θεραπευτείς από την ακαθαρσία του νου.

  3. Evitar la impureza en la alimentación es esencial.

  4. Η αποφυγή της ακαθαρσίας στη διατροφή είναι βασική.

  5. La impureza en nuestras acciones puede afectar nuestras buenas intenciones.

  6. Η ακαθαρσία στις πράξεις μας μπορεί να επηρεάσει τις καλές μας προθέσεις.

Ετυμολογία

Η λέξη "impureza" προέρχεται από το λατινικό "impuritas", που σημαίνει την κατάσταση του να είναι κάτι ακαθάριστο ή μολυσμένο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Acaricia (ακαθαρσία) - Contaminación (μόλυνση)

Αντώνυμα: - Pureza (καθαρότητα) - Limpieza (καθαριότητα)



23-07-2024