inc. - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

inc. (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "inc." είναι συντομογραφία για τη λέξη "incorporated" και χρησιμοποιείται κυρίως ως ουσιαστικό και ως επίθετο σε νομικά συμφραζόμενα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA): /ɪnˈkɔːr.pə.reɪ.tɪd/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η έννοια της λέξης "inc." αναφέρεται σε μια νομική μορφή επιχείρησης που ενσωματώνεται, δηλαδή αναγνωρίζεται ως ξεχωριστός νομικός χαρακτήρας. Συνήθως χρησιμοποιείται στα ονόματα εταιρειών για να δηλώσει ότι η εταιρεία είναι ενσωματωμένη, παρέχοντας νομική προστασία στους μετόχους της από προσωπική ευθύνη.

Η χρήση της είναι συχνά πιο κοινή σε γραπτό λόγο σε επιχειρηματικά και νομικά έγγραφα.

Παραδειγματικές προτάσεις

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "inc." μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με το νομικό και επιχειρηματικό πεδίο.

Ετυμολογία

Η λέξη "incorporated" προέρχεται από το Λατινικό "incorporare", που σημαίνει "να ενσωματώσω" ή "να ενσωματωθώ", και αναφέρεται στην πράξη της δημιουργίας μιας νομικής οντότητας.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (LLC) - Α.Ε. (Ανώνυμη Εταιρεία)

Αντώνυμα: - Ανώνυμη επιχείρηση - Ατομική επιχείρηση



23-07-2024