Αυτή η λέξη είναι ρηματική (ρήμα).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "incoar" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: [iŋˈkoar].
Η λέξη "incoar" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - Έναρξη - Ξεκίνημα - Εκκίνηση - Καταχώρηση
Η λέξη "incoar" σημαίνει τη διαδικασία της έναρξης ή της καταχώρισης μιας διαδικασίας, ειδικά σε νομικό πλαίσιο. Συχνά χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε νομικές διαδικασίες, όπως η υποβολή προσφυγής ή η αρχική καταχώρηση μιας υπηρεσίας στο δικαστήριο. Αυτή η λέξη έχει συχνή χρήση σε νομικά κείμενα, αλλά λιγότερο στον προφορικό λόγο.
Ο δικηγόρος αποφάσισε να ξεκινήσει μια δικαστική διαδικασία.
Es importante incoar la demanda antes de que se acabe el plazo.
Είναι σημαντικό να καταχωρηθεί η αγωγή πριν λήξει η προθεσμία.
La empresa tuvo que incoar el registro de la marca ante la oficina correspondiente.
Η λέξη "incoar" δεν συχνά χρησιμοποιείται σε πολύ γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να εμφανιστεί σε νομικά συμφραζόμενα.
Η καταχώριση μιας καταγγελίας είναι το πρώτο βήμα για τη δικαιοσύνη.
En caso de desacuerdo, puedes incoar un recurso administrativo.
Σε περίπτωση διαφωνίας, μπορείς να ξεκινήσεις μια διοικητική προσφυγή.
Es esencial incoar las acciones legales correctas para proteger tus derechos.
Η λέξη "incoar" προέρχεται από το λατινικό "incohare", το οποίο σημαίνει "να αρχίσει" ή "να εγκαινιάσει".