Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /i.nep.tiˈtud/.
Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό
Η λέξη "ineptitud" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "ανικανότητα".
Σημασία της λέξης
Η έννοια της "ineptitud" αναφέρεται στην έλλειψη ικανότητας ή επιδεξιότητας σε κάποιον τομέα, συνήθως σε σχέση με τη δουλειά ή την εκτέλεση καθηκόντων. Χρησιμοποιείται συχνά στην προφορική και γραπτή γλώσσα, και είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο στον τομέα του δικαίου για την περιγραφή ατόμων ή ενεργειών που κρίνονται ακατάλληλες ή ανέτοιμες.
Παράδειγμα προτάσεων
La ineptitud de algunos empleados puede afectar la productividad.
(Η ανικανότητα ορισμένων υπαλλήλων μπορεί να επηρεάσει την παραγωγικότητα.)
La ineptitud en la toma de decisiones puede llevar a consecuencias graves.
(Η ανικανότητα στη λήψη αποφάσεων μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές συνέπειες.)
Ιδωματικές εκφράσεις
Η λέξη "ineptitud" χρησιμοποιείται κάποιες φορές σε ιδιωματικές εκφράσεις ή φράσεις για να υποδηλώσει ανικανότητα ή ακαταλληλότητα.
Παράδειγμα ιδιωματικών εκφράσεων
La ineptitud no se disimula con excusas.
(Η ανικανότητα δεν καλύπτεται με δικαιολογίες.)
Reconocer la ineptitud es el primer paso para mejorar.
(Η αναγνώριση της ανικανότητας είναι το πρώτο βήμα για βελτίωση.)
Su ineptitud en el manejo del proyecto causó problemas.
(Η ανικανότητά του στη διαχείριση του έργου προκάλεσε προβλήματα.)
A veces, la ineptitud puede ser el resultado de la falta de formación.
(Μερικές φορές, η ανικανότητα μπορεί να είναι αποτέλεσμα έλλειψης εκπαίδευσης.)
Ετυμολογία της λέξης
Η λέξη "ineptitud" προέρχεται από τα λατινικά "ineptitudo", που σημαίνει "ανικανότητα", και αναλύεται σε "in-" (ή "μη") και "aptus" (που σημαίνει "ικανός").