inevitable - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

inevitable (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "inevitable" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/ineβiˈtaβle/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "inevitable" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι αδύνατο να αποφευχθεί ή να αλλάξει. Στην Ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορα συμφραζόμενα, τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να βρεθεί πιο συχνά σε γραπτά κείμενα ή νομικά έγγραφα λόγω του σοβαρού του περιεχομένου.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El cambio climático es un resultado inevitable de nuestras acciones.
  2. Η κλιματική αλλαγή είναι ένα αναπόφευκτο αποτέλεσμα των πράξεών μας.

  3. La muerte es algo inevitable que todos debemos enfrentar.

  4. Ο θάνατος είναι κάτι αναπόφευκτο που όλοι πρέπει να αντιμετωπίσουμε.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "inevitable" χρησιμοποιείται και σε λίγες ιδιωματικές εκφράσεις στην Ισπανική γλώσσα:

  1. Lo inevitable es difícil de aceptar.
  2. Το αναπόφευκτο είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτό.

  3. Evitamos lo inevitable, pero siempre llega.

  4. Αποφεύγουμε το αναπόφευκτο, αλλά αυτό πάντα έρχεται.

  5. La verdad es inevitable y siempre sale a la luz.

  6. Η αλήθεια είναι αναπόφευκτη και πάντα έρχεται στο φως.

  7. No puedes detener lo inevitable, así que enfrenta la realidad.

  8. Δεν μπορείς να σταματήσεις το αναπόφευκτο, οπότε αντιμετώπισε την πραγματικότητα.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "inevitable" προέρχεται από τα λατινικά "inevitabilis", το οποίο αποτελείται από το πρόθεμα "in-" που σημαίνει "όχι" και το ρήμα "evitare", που σημαίνει "να αποφεύγεις".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - ineluctable - inexorable

Αντώνυμα: - evitable (αποφεύξιμος) - evadible (εξελιξίμος)



22-07-2024