Η λέξη "infarto" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "infarto" κατά το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /inˈfaɾ.to/
Η λέξη "infarto" αναφέρεται συνήθως σε ιατρικά περιστατικά όπου υπάρχει έμφραγμα (όπως καρδιακό ή εγκεφαλικό). Σημαίνει τον θάνατο ιστού λόγω έλλειψης οξυγόνου, συνήθως εξαιτίας κάποιας ασθένειας ή ξαφνικής απόφραξης μιας αρτηρίας. Ενδέχεται να χρησιμοποιείται πιο συχνά σε ιατρικά κείμενα ή στο επαγγελματικό περιβάλλον παρά στον καθημερινό προφορικό λόγο.
"El infarto es una emergencia médica que requiere atención inmediata."
(Το έμφραγμα είναι μια ιατρική επείγουσα κατάσταση που απαιτεί άμεση προσοχή.)
"Después del infarto, es crucial seguir un tratamiento adecuado."
(Μετά το έμφραγμα, είναι κρίσιμο να ακολουθηθεί κατάλληλη θεραπεία.)
"Los síntomas de un infarto pueden variar de una persona a otra."
(Τα συμπτώματα ενός εμφράγματος μπορεί να διαφέρουν από άτομο σε άτομο.)
Η λέξη "infarto" χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά συμφραζόμενα, αλλά υπάρχουν και κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:
"Sufrir un infarto de ansiedad."
(Να υποστείς έναν κρίση πανικού.)
Αναφέρεται σε έντονη ψυχική πίεση που μπορεί να προσομοιάζει με το αίσθημα ενός εμφράγματος.
"Estar al borde del infarto."
(Να είσαι στα όρια ενός εμφράγματος.)
Σημαίνει ότι κάποιος βρίσκεται σε κατάσταση ακραίας πίεσης ή άγχους.
"Prevención del infarto."
(Πρόληψη του εμφράγματος.)
Σημαντική φράση σε ιατρικά κείμενα σχετικά με προληπτικά μέτρα για την καρδιοαγγειακή υγεία.
Η λέξη "infarto" προέρχεται από το λατινικό "infartus", που σημαίνει "παχύς", και σχετίζεται με την έννοια του "γεμίσματος" (συνήθως σε αναφορά με την απόφραξη των αιμοφόρων αγγείων).