infringir - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

infringir (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "infringir" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "infringir" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /in.fɾin.ˈxiɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "infringir" σημαίνει να παραβιάζεις κάποιον κανόνα, νόμο ή δικαίωμα. Χρησιμοποιείται συχνά στους τομείς του δικαίου και της γενικής ομιλίας. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, κυρίως σε νομικά κείμενα, αλλά και σε καθημερινές καταστάσεις όπου γίνεται αναφορά σε παραβιάσεις κανόνων ή νόμων. Χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό και λιγότερο στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. El acusado fue detenido por infringir la ley.
  2. Ο κατηγορούμενος συνελήφθη για παραβίαση του νόμου.

  3. Infringir las normas de seguridad puede tener graves consecuencias.

  4. Η παραβίαση των κανόνων ασφαλείας μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες.

  5. Es importante no infringir los derechos de los demás.

  6. Είναι σημαντικό να μην παραβιάζουμε τα δικαιώματα των άλλων.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "infringir" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με παραβιάσεις και παρανομίες. Εδώ είναι μερικές από αυτές:

  1. Infringir la ley no es un juego.
  2. Η παραβίαση του νόμου δεν είναι παιχνίδι.

  3. Infringir un contrato puede acarrear sanciones.

  4. Η παραβίαση ενός συμβολαίου μπορεί να επιφέρει κυρώσεις.

  5. Al infringir sus derechos, la empresa se expone a una demanda.

  6. Παραβιάζοντας τα δικαιώματά τους, η εταιρεία εκτίθεται σε αγωγή.

  7. Infringir las reglas del juego te costará la victoria.

  8. Η παραβίαση των κανόνων του παιχνιδιού θα σου κοστίσει τη νίκη.

  9. No se debe infringir la privacidad de los demás.

  10. Δεν πρέπει να παραβιάζεται η ιδιωτικότητα των άλλων.

  11. Infringir el acuerdo firmado es motivo de conflicto.

  12. Η παραβίαση της υπογεγραμμένης συμφωνίας είναι λόγος σύγκρουσης.

Ετυμολογία

Η λέξη "infringir" προέρχεται από το λατινικό "infringere", που σημαίνει "να σπάσεις" ή "να καταπατήσεις". Αποτελείται από το πρόθεμα "in-" (που σημαίνει "μέσα, προς") και το ρήμα "frangere" (που σημαίνει "να σπάσεις").

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024