"ingenio" είναι ένα ουσιαστικό.
/ inˈxe.njo /
Η λέξη "ingenio" αναφέρεται στη φυσική ικανότητα ή ταλέντο που έχει ένα άτομο να δημιουργεί νέες ιδέες ή να λύνει προβλήματα με ευφάνταστο τρόπο. Χρησιμοποιείται συχνά σε πλαίσια που σχετίζονται με την καινοτομία, τη δημιουργικότητα και τη διάνοια. Στην ισπανική γλώσσα, η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή, και χρησιμοποιείται και στους προφορικούς και στους γραπτούς λόγους, αν και μπορεί να παρατηρηθεί περισσότερη στον γραπτό λόγο.
Η ευφυΐα του είναι απίστευτη για να λύσει περίπλοκα προβλήματα.
El ingenio humano ha llevado a grandes avances tecnológicos.
Η λέξη "ingenio" χρησιμοποιείται σε πολλές ισπανικές ιδιωματικές εκφράσεις:
Όπου υπάρχει ευφυΐα, υπάρχει λύση.
El ingenio es el motor de la creatividad.
Η ευφυΐα είναι η μηχανή της δημιουργικότητας.
Tener ingenio es un don valioso.
Να έχει κανείς επινοητικότητα είναι ένα πολύτιμο χάρισμα.
Con ingenio, se pueden hacer maravillas.
Με ευφυΐα, μπορεί κανείς να κάνει θαύματα.
La falta de ingenio lleva a la rutina.
Η λέξη "ingenio" προέρχεται από το λατινικό "ingenium", που σημαίνει "φύση" ή "ταλέντο". Με την πάροδο του χρόνου, η σημασία της εξελίχθηκε ώστε να υποδηλώνει την ικανότητα δημιουργίας και επινοητικότητας.
Συνώνυμα: - talento - creatividad - inteligencia
Αντώνυμα: - torpeza - ineptitud - limitación